Φεύγοντας από το περίφημο Νο 10 της Ντάουνινγκ Στριτ, την κατοικία του εκάστοτε Βρετανού Πρωθυπουργού, η Τερέζα Μέι είπε μόνο μια φράση: “Έκανα ότι καλύτερο μπορούσα”. Πιθανώς έχει δίκιο, αν και αυτά είναι πράγματα που θα κρίνει η ιστορία, όπως άλλωστε και όλα όσα συμβαίνουν σε τόσο δραματικές στιγμές, όπως αυτή που ζει η Βρετανία.
Η Τερέζα Μέι -ή Μπράιζερ όπως είναι το πατρικό της- ήξερε, λέει, από πολύ νωρίς ότι ήθελε να γίνει Πρωθυπουργός. Χωρίς, όμως, να ξέρει, ούτε ότι κάποια μέρα το όνειρό της θα γινόταν πραγματικότητα, αλλά ούτε και το πώς θα μετατρεπόταν πολύ σύντομα σε εφιάλτη. Ή μπορεί και να το ήξερε, αλλά το δέλεαρ της εξουσίας ήταν πολύ μεγάλο.
Μαζί με τη Μάργκαρετ Θάτσερ, έως τώρα έχει καταγραφεί ως γυναίκα Πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, δεν είναι και μικρό πράγμα, αλλά αντίθετα από τη Μάγκι, η ιστορία θα γράψει το δικό της με μάλλον πολύ μικρά γράμματα, ευθέως δυσανάλογα με το μέγεθος γραμματοσειράς που χρησιμοποιείται συνήθως για το πράγμα που την καταδίκασε: Το ΒREXIT.
Το οποίο Βrexit κανείς δεν ξέρει τελικά εάν θα συμβεί και πότε, όλοι ξέρουν όμως ότι η ίδια είδε την έξοδο και μάλιστα με το κεφάλι κάτω...
Η κόρη του πάστορα που σπούδασε γεωγραφία
Η Τερέζα γεννήθηκε το 1956, στο Ίστμπουρν, από πατέρα πάστορα. Είχε η ίδια εκμυστηρευτεί στους συμφοιτητές της στην Οξφόρδη το 1977, όταν ήδη τασσόταν υπερ του Συντηρητικού κόμματος, ότι κάποια μέρα φιλοδοξούσε να γίνει Πρωθυπουργός. Εκεί γνώρισε και τον μετέπειτα σύζυγό της Φίλιπ Μέι, ο οποίος εδώ και 36 χρόνια στέκεται όπως η ίδια λέει βράχος στα πολιτικά της σχέδια. Οι δύο τους παντρεύτηκαν το 1980 και δεν έχουν αποκτήσει παιδιά. Έναν χρόνο αργότερα η Μέι, σε ηλικία 25 χρονών έχασε τον πατέρα της σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα και τη μητέρα της λίγο αργότερα από τη σκλήρυνση κατά πλάκας από την οποία έπασχε. Όπως έχει πει η ίδια, ο πατέρας της την έμαθε να “μεταχειρίζεται τους ανθρώπους ως ίσους” και να τους “δέχεται όπως είναι”.
Με το σύζυγό της γνωρίστηκαν σε ένα πάρτι που έδωσε η μετέπειτα Πρωθυπουργός του Πακιστάν Μπεναζίρ Μπούτο. Και οι δύο είπαν ότι ήταν “έρωτας με την πρώτη ματιά. Οι συμφοιτητες της Μέι στην Οξφόρδη δεν έχουν να διηγηθούν για εκείνη ιστορίες με μεθύσια και άγριες νύχτες, αλλά λένε ότι δεν ήταν η αυστηρή αυτή φιγούρα στην οποία μετατράπηκε αργότερα. Αφού αποφοίτησε, με πτυχίο στη γεωγραφία, η Μέι πήγε να δουλέψει στο Σίτι, αρχικά στην Τράπεζα της Αγγλίας και αργότερα στην Ένωση για Εκκαθάριση των Πληρωμών, ως επικεφαλής του Τομέα Ευρωπαϊκών Υποθέσεων. Ακούγεται σαν μια σπουδαία θέση. Και ήταν. Και την κέρδισε μόνη της.
Στην πολιτική μπήκε για πρώτη φορά το 1992, βάζοντας υποψηφιότητα για τη θέση του Βουλευτή με το Εργαστο Ντάραμ. Ήλθε δεύτερη. Δύο χρόνια αργότερα έβαλε ξανά υποψηφιότητα στο Μπάρκινγκ, στο Ανατολικό Λονδίνο, όμως οι Συντηριτικοί ήταν στα πολύ κάτω τους και πήρε μολις 2.000 ψήφους.
Όμως η τύχη της θα άλλαζε πολύ σύντομα.
Παρασκηνιακή αλλά πολύ αποφασισμένη
Το 1997, το Συντηρητικό κόμμα έφτασε στο ναδίρ του και ο Τόνι Μπλερ σάρρωνε τα πάντα, όμως η Μέι κατάφερε να κερδίσει μια θέση στη Βουλή, βάζοντας υποψηφιότητα στο Μέιντενχεντ, του Μπέρκσαϊρ. Είναι η έδρα την οποία διατηρεί από τότε. Η Μέι πρέσβευε την εσκυγχρονιστική τάση στο Συντηρητικό κόμμα και δεν άργησε να βρει μια θέση στο σκιώδες υπουργικό συμβούλο, το 1999, ως σκιώδης υπουργός Παιδείας και το 2002, υπό τον Ίεν Ντάνκαν Σμιθ, έγινε η πρώτη γυναίκα Γραμματέας του κόμματος.
Η Μέι πάντα προσπαθούσε να φέρει περισσότερες γυναίκες στο κόμμα και επεδίωκε να υπάρχουν περισσότερες υποψήφιες σε εκλόγιμες θέσεις. Αυτό την έφερε αντιμέτωπη, ουκ ολίγες φορές, με τους “βαρώνους” του κόμματος, που δεν τη συμπαθούσαν. Και πώς να τη συμπαθήσουν, όταν τους έλεγε στα μούτρα ότι αν δεν αλλάξουν θα γίνουν “ένα αντιπαθητικό κόμμα”...
Μετά την αποπομπή του Ίεν Ντάνκαν Σμιθ, η Μέι υπηρέτησε σε διάφορα πόστα υπό το διάδοχό του, Μάικλ Χάουαρντ. Δεν ήταν, όμως, μέρος της ομάδας του “Νότινγκ Χιλ”, η οποία πήρε τον έλεγχο του κόμματος μετά την τρίτη ήττα του κόμματος το 2005 και έστρωσε το δρόμο για να πάει την ηγεσία -και την εξουσία- ο Ντέιβιντ Κάμερον. Αρχικά διορίστηκε σκιώδης Πρόεδρος του Κοινοβουλίου, αλλά σταδιακά κατάφερε και πάλι να ανέβει στην κλίμακα και το 2009 είχε φτάσει να είναι σκιώδης υπουργός Εργασίας. Παρόλα αυτά, ο διορισμός της στη θέση της υπουργού Εσωτερικών, όταν οι Συντηρητικοί δημιούργησαν την πρώτη κυβέρνηση συνεργασίας με τους Φιλελεύθερους, ήταν μια έκπληξη για πολλού. Το συγκεκριμένο υπουργείο είχε υπάρξει στο παρελθόν ταφόπλακα για πολλές και πολλά υποσχόμενες πολιτικές καριερες, αλλά η Μέι αρνήθηκε να το αφήσει να συμβεί και στην ίδια. Έγινε, αντιθέτως, η πιο μακρόβια κάτοχος της συγκεκριμένης θέσης και καλλιέργησε τη φήμη της ως μια πολύ σκληρή “παίκτης” που δεν εγκατέλειπε εύκολα τους αγώνες της. Η θητεία της ήταν γενικά επιτυχημένη, μείωσε το έγκλημα και κατάφερε να πετύχει πολλούς από τους στόχους της, όχι χωρίς μάχες.
Διαρκές αγκάθι, όμως, ήταν η μετανάστευση, καθώς δεν πέτυχε αυτό για το οποίο η κυβέρνηση είχε δεσμευτεί, να κατεβάσει τους αριθμούς κάτω από τις 100.000 το χρόνο. Η απόφασή της να κάνει τη ζωή πιο δύσκολη για τους μετανάστες, κόβοντάς τους την πρόσβαση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας και τη στέγαση, θα επέστρεφε αργότερα να τη “στοιχειώσει” όταν θα γινόταν Πρωθυπουργός...
Η πιο δύσκολη Πρωθυπουργία στην ιστορία της Μ. Βρετανίας
Έγινε ηγέτης των Συντηρητικών και Πρωθυπουργός τον Ιούλιο του 2016, χωρίς εκλογές, μετά την παραίτηση του Ντέιβιντ Κάμερον.
Όπως και ο Κάμερος, έτσι και η Μέι ήταν κατά του Brexit, όμως κατάφερε να κρατήσει στο κόμμα τους Ευρωσκεπτικιστές, διατηρώντας πιο χαμηλό προφίλ. Η ίδια εμφανίστηκε ως το “σταθερό χέρι” που θα κατάφερνε να βγάλει τη Βρετανία από την ΕΕ, χωρίς ν' ανοίξει μύτη. Κάτι αδύνατον. Στα 59 της χρόνια, ήταν η μεγαλύτερη σε ηλικία ηγέτης που περνούσε την πόρτα της Ντάουνινγκ Στρίτ από το 1976 και τον Τζέιμς Κάλαχαν. Ήταν επίσης η πρώτη Πρωθυπουργός, μετά τον Τεντ Χιθ, που δεν έχει παιδιά.
Η ίδια η Μέι έχει μιλήσει πολύ σπάνια για την προσωπική της ζωή, παρότι αποκάλυψε το 2013 ότι έχει διαγνωστεί με Διαβήτη Τύπου 1 και θα πρέπει να λαμβάνει ενέσεις ινσουλίνης δύο φορές τη μέρα στο υπόλοιπο της ζωής της. Πρόσθεσε ότι έχει συμβιβαστεί με αυτό και δεν επηρεάζει τη ζωή και την καριέρα της. Κι λίγο πριν γίνει Πρωθυπουργός, τον Ιούλιο του 2016, μίλησε στη Mail για τις συνέπειες που είχε στο γάμο της το γεγονός ότι δεν μπόρεσε να κάνει παιδιά.
Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε όταν έγινε Πρωθυπουργός, ήταν να σώσει την καριέρα του Μπόρις Τζόνσον, διορίζοντάς τον στη θέση του υπουργού Εξωτερικών. Θα το μετάνοιωνε αργότερα, οταν εκείνος παραιτήθηκε δύο χρόνια μετά, διαμαρτυρόμενος για τους χειρισμούς της στο Brexit. Η Μέι από την αρχή έλεγε ότι δεν χρειάζονται εκλογές, αλλά τελικά τις έκανε, επιστρέφοντας από διακοπές με το σύζυγό της στην Ουαλία. Τις κέρδισε με ικανή διαφορά από τους Εργατικούς και προς στιγμή φάνηκε πανίσχυρη. Όμως το πρόβλημα δεν ήταν οι Εργατικοί, αλλά το ίδιο της το κόμμα.
Πολλοί άρχισαν να τη συγκρίνουν με τη Μάργκαρετ Θάτσερ, τόσο για τις παρόμοιες στυλιστικές επιλογές όσο και για τον σκληρό τρόπο σκέψης τους αλλά και την εργασιομανία τους. Άλλοι πάλι αποτόλμησαν μια σύγκριση με την Άνγκελα Μέρκελ, με αφετηρία ότι και οι δύο είναι κόρες πάστορα.
Στην πορεία, τα πράγματα αποδείχθηκαν πιο δύσκολα για την Μέι, απ' ότι φάνηκε στην αρχή: Από τη μια το Brexit, από την άλλη τα εγχώρια θέματα και βέβαια η αντίδραση που συνάντησε μέσα στο ίδιο της το υπουργικό συμβούλιο, σταθερά ροκάνισαν τα θεμέλια της Πρωθυπουργίας της.
Έφερνε το ένα σχέδιο για το Brexit μετά το άλλο στη Βουλή και το ίδιο της το κόμμα τα απέρριπτε. Επιβίωσε οριακά από μια πρόταση μομφής, αλλά ήταν πλέον ολοφάνερο ότι η δύναμη και η εξουσία είχαν φυγει από τα χέρια της. Οι ίδιοι της οι βουλευτές δεν πίστευαν σε εκείνη και στη δυνατότητά της να διαχειριστεί το Brexit. Βασικά οι ίδιοι της οι βουλευτές δεν ήξεραν τι ακριβώς ήθελαν για το Brexit, κάθε ένας φαίνεται ότι έχει το δικό του όραμα. Και αυτό η Μέι το πλήρωσε ακριβά.
Στο τέλος, κατάλαβε και η ίδια ότι δεν έχει πλέον κανένα νόημα να παραμείνει στη δουλειά “που τόσο αγαπάει” και υπέβαλε την παραίτησή της.