Μόνο καλούς τους θυμάμαι τους Σεπτέμβρηδες.
Γεμάτους, ενδιαφέροντες, συνειδητοποιημένους.
Με ξεκινήματα, άγραφα τετράδια, κολλαριστά υφάσματα.
Μόνο ανυποψίαστους τους θυμάμαι. Αθώους, ενθουσιώδεις, ενεργητικούς.
Έχουν σχέδια, υποσχέσεις, στόχους και λευκές -συναισθηματικά- επιταγές.
Απ' την αρχή. Διαφορετικά, αλλιώτικα, συγχωρεμένα.
Η δική μου πρωτοχρονιά είχε πάντα ψηλές θερμοκρασίες και μυστικά τελετουργικά. Είχε για παράδειγμα κάτι καινούριο, άπιαστο, αχρησιμοποίητο ακόμα, κρατημένο ευλαβικά στο κουτί απ' το καλοκαίρι, για να το φορέσω πρώτη φορά γυρνώντας απ' τις διακοπές. Την πρώτη μέρα στο σχολείο, καύσιμο γενναιότητας, αυτοπεποίθησης στην προσπάθεια επανατοποθέτησης στο κοινωνικό παιδικό στην αρχή, σκληρό εφηβικό στη συνέχεια, παζλ.
Την πρώτη μέρα μετά την άδεια, ενθύμιο ελευθερίας, ξεγνοιασιάς, χρόνου απεριόριστου, γενναιόδωρου, τεμπέλη. Επιβεβαίωση απτή του άλλου εαυτού μου, του άνετου, του μυστικού, του φιλήδονου, του μαυρισμένου. Έστω και σαν επίφαση αυτού. Σαν απόδειξη ότι υπάρχει.
Τους αγαπούσα πάντα τους Σεπτέμβρηδες.
Τους έβρισκα από μικρή δίκαιους και μετρημένους. Σοφούς με κάποιο τρόπο. Γλυκά ώριμους τους προσωποποιούσα. Σαν παλαιάς κοπής γονείς. Γαλήνιους και δοτικούς. Αυτάρκεις. Παντογνώστες. Στέρεους.
Στο μυαλό μου, μου στερούσαν οι Σεπτέμβρηδες και μου χάριζαν. Ταυτόχρονα. Σήμαιναν -σημαίνουν ακόμα- σταδιακό, ομαλό τέλος και αρχή, την ίδια στιγμή. Την πιο πολλά υποσχόμενη αρχή. Αληθοφανή. Πιστευτή.
Γιατί είχες – έχεις στη διάθεσή σου την απουσία, την διακοπή που δίνει τη δυνατότητα να επαναπροσιοριστείς και να παρουσιαστείς αλλιώτικη, διαφορετική. Πείθεσαι και πείθεις ότι κατά το διάλειμμα απ' τα συνηθισμένα, την άνω τελεία, όταν όλοι σκορπίζονταν, είχες την ευκαιρία να δεις τη ζωή αλλιώς. Σου συνέβησαν, την ώρα που δε σ' έβλεπαν οι άλλοι, τα πιο απίθανα, κοσμογονικά, αναζωογονητικά, και επέστρεψες - ακόμη κι αν δεν έλειψες- με άλλα χαρακτηριστικά. Πιο θελκτικά, πιο εξελιγμένα, πιο καλοδουλεμένα.
Τόσο ωραία υπόσχεση, τόσο ιδανική συνθήκη που πια την πιστεύω η ίδια. Ακόμα και μετά από αποτυχημένα, βαριά, αχώνευτα καλοκαίρια, το πίστεψα. Ότι έγινα άλλη, καλύτερη δική μου εκδοχή, πιο δυνατή, έτοιμη, ήρεμη, αποφασισμένη. Ενεργητική, σίγουρη. Μη φοβισμένη.
Σα να έχουν μαγνήτη οι Σεπτέμβρηδες και ενώνουν. Συνδυάζουν.
Θλίψη και ανυπομονησία. Αποχωρισμό και αντάμωμα. Ζέστη και δροσιά. Μαγιό και πικέ κουβέρτες. Λαδί και κόκκινο. Σαγιονάρες κι ομπρέλες. Θερινά και κλειστά σινεμά. Αντηλιακά και τετράδια.
Πόσο ισορροπημένο αλήθεια, πόσο ευφυώς σχεδιασμένο. Κανένας μήνας, καμία εποχή του χρόνου τόσο ακριβοδίκαιη. Ούτε η 1η του Γενάρη που απαιτεί αντίστροφες μετρήσεις, στρας και ρεβεγιόν για να αποδείξει βεβιασμένα την αλλαγή. Και ξυπνάς την επομένη, ένοχη και άδεια γιατί δεν νιώθεις άλλη, παρά η ίδια πιο κουρασμένη και άυπνη. Και μεταξύ μας, με ανικανοποίητες τις προσδοκίες και θλιβερή εικόνα ξεθωριασμένου γκλίτερ. Hangover.
Επέστρεψα φέτος κάνοντας τις γνωστές μου λίστες. Κάτω οι σκέψεις σε σειρά, με χάρακα οριοθετημένες, τακτοποιημένες, στρογγυλές. Με ηρεμεί αυτό, με καθησυχάζει. Όταν τα δύσκολα, τα απαιτητικά, κάποια ανέφικτα, τα βεβαρημένα με αλλεπάλληλες αναβολές , γίνονται λέξεις, και μπαίνουν στοιχισμένες στο χαρτί, η μία κάτω απ' την άλλη, με γράμματα που παλιά θα μου εξασφάλιζαν σφραγίδα επιβράβευσης απ' τη δασκάλα, δε φαντάζεστε πόσο μ' ανακουφίζει. Τα ελέγχω πιστεύω, τα τιθασεύω.
Κι όταν σιγά σιγά αρχίζω και τα σβήνω ως γενόμενα , ως επιτυχημένα, τελειωμένα, ανάσα παίρνω βαθιά, ικανοποίησης. Γι' αυτό και στη μαγική λίστα γράφω και κάποια απ' τα απλά, τα πιο διαδικαστικά, τα ευχάριστα και μου κλείνω το μάτι.
Τους συμπαθώ τους Σεπτέμβρηδες. Ψάχνω το ρήμα που τους περιγράφει. Τους παραδέχομαι. Δεν έχουν φορτίο κι ας φέρνουν θεωρητικά επιστροφή στη δουλειά, την υποχρέωση, τα χρωστούμενα. Είναι συντροφικοί και μαλακοί, με συζητήσεις εισαγωγικές, καλοπροαίρετες. Και αφήνουν χώρο ζωτικό, πολύτιμο.
Δεν ξέρω αν νοσταλγώ να ντύνω τέτοιες μέρες τα τετράδια. Στη σκέψη ναι, στην πράξη με καταπίεζε η πειθαρχία του ατσαλάκωτου εξωφύλλου, κι ας το επιδιώκω ασυναίσθητα σε όλα μου, τώρα μεγάλη. Τώρα το επιλέγω. Τότε το επέβαλλαν.
Η λίστα μου η φθινοπωρινή έχει εμένα στις πρώτες σειρές. Να με προσέξω. Να με φροντίσω. Να μην αφεθώ πάλι και κλειστώ. Να μην κρυφτώ όταν νομίζω πως δεν θα τα καταφέρω. Κι αν με πνίξουν όλα πάνω μου, να μην παριστάνω την ανεξάρτητη κι αγέρωχη, να ζητήσω βοήθεια, συμβουλή. Να το δείξω, να το πω. Να μην μ' αφήσω να βουλιάξω όταν τα βλέπω μαύρα. Όταν έχω την τάση να απομακρυνθώ με χίλιες δικαιολογίες και ψέμματα. Ν' αντιδράσω, να προσπαθήσω. Και να με συγχωρώ κατά καιρούς, όταν δε τα καταφέρνω. Να καταλάβω πια, μεγάλωσα και μυαλό δεν έβαλα, ότι δεν είναι φωτογραφία ιλουστρασιόν που πρέπει να αναπαραστήσω. Δεν πειράζει που δεν μπορώ να κάνω photoshop στις στιγμές. Δεν είμαι λίγη, παρακατιανή που δεν είμαι τόσο χαρούμενη ούτε καν όσο δείχνω στα δικά μου social media. Που δεν είναι η καθημερινότητά μου τόσο πλούσια σε συναρπαστικές συναντήσεις, εκδηλώσεις, ευκαιρίες, διασκεδάσεις. Που τις μέρες τις μισές μπορεί και να μην με αντέχω. Κάποιες να με συμπαθώ, άλλες να με θαυμάζω. Κι έτσι πορεύομαι και μια χαρά πηγαίνει η ζωή μου.
Να τους τιμώ τους φίλους, τους ανθρώπους τους στενούς, τους λίγους μου, να τους το δείχνω. Όχι μ' υπερβολές κι εντάσεις, αλλά με νοιάξιμο, με ζεστασιά και ουσία. Κι αν τους θεωρώ δεδομένους, δεδομένη να είμαι κι εγώ με τη σειρά μου.
Να αλλάξω αυτά που μ' ενοχλούν σε μένα. Όχι πολλά, 2. Να τα βελτιώσω. Λίγο. Την αναβλητικότητα πρώτα, το «άσ' το για αύριο» και την ανυπομονησία που με κάνει φορές τυφλή, απρόσεκτη.
Κι όταν τελειώσει ο μήνας και δω κι ατέλειωτα στη λίστα, να μη θυμώσω, να μην την σκίσω. Να τραβήξω προσεκτικά τις γραμμές μου με το χάρακα στην επόμενη σελίδα και να τα μεταφέρω. Απ' την αρχή.
Τους καλοδέχομαι τους Σεπτέμβρηδες. Έχουν μία γλύκα, μια θαλπωρή. Αλλά και μια παγίδα. Απ' τις 25 και μετά κάπως σκουραίνουν, σκοτεινιάζουν. Αυτό το Σεπτέμβριο τον προκαλώ. Να πάμε μαζί παρακάτω.
Πηγή: unsplash.com