Αναίμακτη βλεφαροπλαστική: λύση χωρίς νυστέρι
Αφαίρεση του περιττού δέρματος των βλεφάρων με αποτελεσματική τεχνική.
Με την πάροδο των ετών, το δέρμα μας παρουσιάζει σημάδια γήρανσης. Ιδιαίτερα στο δέρμα γύρω από τα μάτια δημιουργείται χαλάρωση και ρυτίδες που κάνουν το βλέμμα να δείχνει κουρασμένο, προσθέτοντας χρόνια στο πρόσωπο.
Με τη βλεφαροπλαστική, μπορούμε να αναζωογονήσουμε το βλέμμα μας και να διωξουμε από πάνω μας τα χρόνια και την κούραση που συσσωρεύτηκαν σε αυτό, εξαλείφοντας τα σημάδια του γήρατος.
Τα οφέλη της, ωστόσο, είναι πολλαπλά και δεν περιορίζονται μόνο στο αισθητικό κομμάτι. Έρευνες έχουν αποδείξει ότι η βλεφαροπλαστική σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να βελτιώσει ακόμη και συμπτώματα, όπως η κόπωση και ο πονοκέφαλος. Τα πεσμένα βλέφαρα επηρεάζουν αρνητικά την όραση, καθώς αναγκάζουν τα άτομα να ανασηκώνουν τα φρύδια, προκειμένου να αντιρροπήσουν το πρόβλημα. Για να το καταφέρουν προκαλούν σχεδόν μόνιμη σύσπαση στους μύες του μετώπου, κόπωση, πόνο στον αυχένα, ενώ παράλληλα εμφανίζονται και ρυτίδες στο μέτωπο και γύρω από τα μάτια.
Καθώς, η τεχνολογία εξελίσσεται, προσαρμόζεται συνεχώς στις ανάγκες και απαιτήσεις της σύγχρονης αισθητικής ιατρικής και παρέχει πιο εξειδικευμένες και αποτελεσματικές λύσεις.
Την απόλυτη ανατροπή στην αισθητική βλεφάρου και προσώπου έφερε η μέθοδος Plasma. Πρόκειται για μία καινοτόμο θεραπεία, που χαρίζει εξαιρετικά αποτελέσματα, χωρίς τομές, ουλές, χρήση νυστεριού ή ραμμάτων. Πραγματοποιείται με μία μικροχειρουργική συσκευή (PLASMAGE), που χρησιμοποιεί μία νέα μορφή ενέργειας, την τέταρτη κατάσταση της ύλης, το πλάσμα. Χωρίς ενέσιμη τυπική αναισθησία παρά μόνο με τη χρήση αναισθητικής κρέμας στην περιοχή, πραγματοποιούνται πολλαπλά μικροσπότ, σε συγκεκριμένη απόσταση το ένα από το άλλο, αφαιρώντας την περίσσεια δέρματος και ενεργοποιώντας την άμεση σύσφιξή του.
Με κάθε μικροσπότ δημιουργείται αυτόματη εξαίρεση των κερατινοκυττάρων της επιδερμίδας, χωρίς αιμορραγίες και χωρίς να επηρεάζεται ο υποκείμενος και οι παρακείμενοι ιστοί. Ταυτόχρονα, προκαλείται συρρίκνωση των ελαστικών ινών, καθώς και αύξηση του πάχους του ιστού επιτυγχάνοντας ένα αναίμακτο Lifting Effect.
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας, ο ασθενής μπορεί να ανοιγοκλείσει τα βλέφαρα. Έτσι, ο γιατρός έχει τη δυνατότητα να επιτύχει ένα απόλυτα ελεγχόμενο και φυσικό αποτέλεσμα, χωρίς ασυμμετρίες και αλλοίωση του βλέμματος. Δεν υφίστανται τομές, ουλές, ράμματα ή μετεγχειρητικός πόνος. Είναι μία μέθοδος, που πραγματοποιείται στο ιατρείο με απόλυτη ασφάλεια και δεν εγκυμονεί κανένα κίνδυνο για τους οφθαλμούς.
Η διάρκεια της θεραπείας δεν ξεπερνά τα 15-20 λεπτά και για τα δύο βλέφαρα και ο ασθενής μπορεί να δει το αποτέλεσμα αμέσως μετά την ολοκλήρωσή της. Οι μικροσκοπικές κρούστες που εμφανίζονται στην περιοχή της εφαρμογής υποχωρούν σε 5-7 ημέρες, ενώ το ήπιο οίδημα που προκαλείται διαρκεί 2-3 ημέρες.
Δεν υπάρχει κανένας περιορισμός στη διατροφή ή τις δραστηριότητες άμεσα μετά την εφαρμογή και οι περισσότεροι νιώθουν άνετα να επιστρέψουν στην εργασία τους την επόμενη ημέρα. Ανάλογα με την ηλικία του ασθενούς και την έκταση του προβλήματος μπορεί να χρειαστούν από 1 έως και 3 συνεδρίες. Η θεραπεία μπορεί να επαναληφθεί – αν κι εφόσον χρειασθεί- μετά από 1 ½ -2 μήνες.
Το αποτέλεσμα κάθε επόμενης συνεδρίας αθροίζεται σε εκείνο της προηγούμενης. Δηλαδή, αν κάποιος ασθενής αποφασίσει, για παράδειγμα, να επαναλάβει μία συνεδρία μετά από 6 μήνες, δεν ξεκινάει από την αρχή, αλλά λαμβάνει επιπρόσθετο αποτέλεσμα.
Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σε περιπτώσεις πιο προχωρημένης χαλάρωσης ή περίσσιου λίπους στο άνω ή και στο κάτω βλέφαρο (σακούλες), το επιθυμητό αποτέλεσμα επιτυγχάνεται με την κλασική, επεμβατική βλεφαροπλαστική. Πρόκειται για μία διαδικασία, που αν και πιο επεμβατική, αποζημιώνει τον ασθενή, καθώς δίνει άμεσα ορατά αποτελέσματα. Βασική προϋπόθεση για ένα φυσικό αποτέλεσμα είναι ο λεπτομερής και προσεκτικός προεγχειρητικός σχεδιασμός, ώστε από τη μία πλευρά να φαίνεται η βελτίωση στην εμφάνιση, αλλά από την άλλη η επέμβαση καθεαυτή να μη γίνεται αντιληπτή. Η αναισθησία είναι κατά βάση τοπική ή και με ήπια υποχάλαση, ώστε ο ασθενής να μην έχει καμία ενόχληση. Η διάρκειά της εξαρτάται από την έκτασή της, δηλαδή αν αφορά μόνο τα πάνω ή και τα κάτω βλέφαρα και δεν ξεπερνά τη 1 ½ ώρα και για τα τέσσερα βλέφαρα. Η τομή στο άνω βλέφαρο πραγματοποιείται εντός της φυσικής του αύλακας, ώστε μετεγχειρητικά να είναι ελάχιστα έως καθόλου ορατή. Τα ράμματα που χρησιμοποιούνται είναι εξαιρετικά λεπτά και αφαιρούνται σε 5-7 ημέρες από την επέμβαση.
Οι σακούλες στο κάτω βλέφαρο που οφείλονται σε προβολή προς τα έξω του περικογχικού λίπους μπορούν κατά περίπτωση να διορθωθούν μέσω μικρών τομών από την εσωτερική πλευρά του βλεφάρου (στον επιπεφυκότα), χωρίς ένθεση ραμμάτων.
Ο ασθενής μετά την επέμβαση παραμένει για μικρό χρονικό διάστημα στην κλινική και μετά επιστρέφει στο σπίτι του. Τις πρώτες ημέρες ενδέχεται να υπάρχει οίδημα και ήπιες εκχυμώσεις στην περιοχή, τα οποία υποχωρούν περίπου εντός μίας εβδομάδας. Το διάστημα αυτό ο ασθενής καλό είναι να αποφύγει τον αθλητισμό, ενώ μπορεί να κυκλοφορεί ελεύθερα μέσα στο σπίτι του ή και με γυαλιά ηλίου έξω από αυτό. Σε διάστημα περίπου δύο εβδομάδων από την επέμβαση, οι περισσότεροι νιώθουν άνετα να επιστρέψουν στην εργασία τους, ενώ 1-2 μήνες μετά, οι ουλές γίνονται ελάχιστα έως καθόλου αντιληπτές.
Η βλεφαροπλαστική είναι μία επέμβαση ασφαλής που επαναφέρει τη φρεσκάδα και τη νιότη στο βλέμμα. Δεν σταματά τη διαδικασία της γήρανσης, τα αποτελέσματά της, ωστόσο, είναι μακροχρόνια. Μέσω αυτής επιτυγχάνεται μία ανανέωση στη συνολική εικόνα του προσώπου και αυτός είναι ίσως ο λόγος που είναι μία ιδιαίτερα προσφιλής αισθητική επέμβαση, τόσο στις γυναίκες όσο και στους άνδρες.
Ευχαριστούμε πολύ την Γεωργία Καρσαλιάκου, Χειρούργο Οφθαλμίατρο,
Επιστημονικό συνεργάτη του Θεραπευτηρίου «Υγεία»